Thursday, March 2, 2017

Μία ακόμα παρένθεση.


ΧΟΝΓΚ ΚΟΝΓΚ

Αμέτρητες συνομιλίες, ταυτόχρονα, στις γλώσσες τους, φτάνουν στ' αυτιά σου σαν βουητό.
"- Μα πόσες είναι;"
"- Έχουν άδεια σήμερα!"
Δύσκολα το πιστεύεις. Είναι χιλιάδες. Περπατάς στο πάρκο και βρίσκονται όπου κι αν κοιτάξεις. Γεμίζουν πεζούλια, παγκάκια, πλαστικές καρέκλες. Οι περισσότερες όμως έχουν απλώσει κάτω τραπεζομάντηλα και σεντόνια και τρώνε το κολατσιό τους καθισμένες οκλαδόν στο γρασίδι, απολαμβάνοντας την ελευθερία και την παρέα των φιλενάδων τους.
Σαραντάρες, μικροκαμωμένες, χωρίς μακιγιάζ, με τα μαλλιά πίσω. Φοράνε στην πλειοψηφία τους φτηνά καθημερινα ρούχα.
Καθώς περνάς δίπλα τους σηκώνουν το βλέμμα και σου χαμογελάνε. Φαίνονταν διαθέσιμες.
(Προσέχεις τώρα πως υπάρχουν και νεότερες κοπέλες αναμεσά τους, χαριτωμένες).
"Κάποιες είναι Ινδονήσιες. Οι περισσότερες όμως Φιλιππινέζες. Νταντάδες και οικιακοί βοηθοί. Εσωτερικές σε σπίτια που μπορούν να βγούν έξω μόνο μια φορά τη βδομάδα. Σάββατο ή Κυριακή. Δύσκολη ζωή. Έχουν πολλές απ'αυτές αφήσει πίσω άντρες και παιδιά."
(Ναι, το βλέπεις. Κάποιες βυθίζονται μέσα στις οθόνες του κινητού τους, χαμένες σε video calls. Στα μάτια τους λαχτάρα και νοσταλγία).
"Οι ντόπιοι τις περιφρονούν. Είναι φτωχές, κοντές και γεμάτες για τα γούστα τους. Αλλά κυρίως είναι σκουρόχρωμες. Εδώ οι άντρες θέλουν τις κοπέλες τους κάτασπρες. Είναι λοιπόν μόνες για χρόνια. Μερικές σχεδόν τρελαίνονται στο τέλος. Έλα να σου δείξω"
Μπαίνεις σ' ένα λεωφορείο. Στη διαδρομή κοιτάζεις έξω απο το παράθυρο. Περνώντας απο το κέντρο της πόλης παρατηρείς πως δεν υπάρχει μέρος που οι οικιακοί βοηθοί δεν έχουν καταλάβει. Γεμίζουν μικρές πλατείες, συστάδες πράσινου, βρίσκονται κάτω απο υπόστεγα, σκάλες και υπέργειες διαβάσεις, οπουδήποτε υπάρχουν λίγα εκατοστά ελεύθερου χώρου. Συχνά, σε μικρές ομάδες, κάνουνε αερόμπικ ή χορεύουν όλες μαζί και τραγουδάνε.
'Τιγκάρουν τα καραόκε ρούμς, τα μόλς και τις εκκλησίες τους. Είναι παντού"
Κατεβαίνεις σ' ένα δρόμο γεμάτο με ντίσκο και κλάμπς. Είναι ακόμα μεσημέρι αλλά υπάρχει πολλή κίνηση μιας και πολλές απ' αυτές τις γυναίκες, ντυμένες αυτή τη φορά με πιο χρωματιστά κι αποκαλυπτικά ρούχα, κρατώντας στα χέρια τσάντες, κόπιες κάποιας επώνυμης μάρκας, σουλατσάρουν πιασμένες αγκαζέ χαζεύοντας τριγύρω ή συνωστίζονται σε καφετέριες. Μερικά μέρη είναι τόσο γεμάτα που όλες οι θέσεις είναι κατειλλημένες οπότε κάποιες κοπέλες αναγκάζονται να μένουν όρθιες. Οι άντρες στο δρόμο είναι πολύ λίγοι, κυρίως δυτικοί, και όταν περνάς απο μπροστά τους συγκεντρώνεις πάνω σου δεκάδες ματιές.
(Όλο περιέργεια, περιπαιχτικές, σαν ερωτικό κάλεσμα)
"Τα λεφτά είναι καλά αλλά μερικές δεν αντέχουν την μοναξιά και την κακομεταχείρηση, ξέρεις τώρα πως είναι τα πλούσια αφεντικά, και αυτοκτονούν"
Μπαίνεις τυχαία σ' ένα μικρό κλάμπ κι είναι απρόσμενα γεμάτο. Παίζει δυνατή χορευτική μουσική. Οι άντρες όμως πάλι είναι ελάχιστοι. Καμμιά δεκαριά μεσήλικες που, ευχαριστημένοι, κρατάνε με το ένα χέρι ένα μπουκάλι μπίρας και με το άλλο χαιδεύουν κάποια γυναικεία πόδια. Εκείνες όμως είναι πολλές. Χορεύουν προκλητικά κρατώντας η μία στα χέρια το κορμί της άλλης. Δυο τρείς απ' αυτές έχουν ανέβει πάνω στη μπάρα και χτυπιούνται στον ρυθμό της μουσικής. Η μία, νεαρή με ένα τοσοδούλι μίνι, έχει πετάξει κάτω το εσωρουχό της και, όπως χορεύει εκεί ψηλά, αφήνει να φαίνονται τα πάντα.
"Για χάρη των ξένων οικιακών βοηθών, ντίσκο και κλάμπς στον δρόμο αυτό είναι ανοιχτά για 48 ώρες, απο τα ξημερώματα του Σαββάτου μέχρι αυτά της Δευτέρας. Όσο η νύχτα θα πλησιάζει τόσο τα μαγαζιά θα γεμίζουν ασφυκτικά απο τις πιο αδύναμες συναισθηματικά κοπέλες, απο κέινες που δεν αντέχουνε πια. Κι όσο αυτές θα πίνουν τόσο θα χάνουν τον έλεγχο. Κάθε φορά, βγάζουν τα σπασμένα μιας ολόκληρης εβδομάδας, μιας ολόκληρης ζωής"
Χαμογελάς στην πρώτη που βλέπεις, σου χαμογελάει κι εκείνη. Βάζεις τα χέρια σου στη μέση της, χορεύετε αλλά σύντομα την αφήνεις για μια άλλη ομορφότερη. Αργότερα παρατάς και τη δεύτερη για μια τρίτη, την τρίτη για μια τέταρτη πιο νεαρή και πιο σέξυ.
"Μερικές απ αυτές εκπορνεύονται περιστασιακά για να συμπληρώσουν εισόδημα, άλλες έχουνε συμφωνήσει με το μπάρ να παίρνουν ποσοστά απο τα ποτά που θα τις κεράσουν. Οι περισσότερες όμως, είπαμε, είναι απλά απελπισμένες απο την μοναξιά, χρειάζονται λίγη διασκέδαση, λίγη αντρική προσοχή. Μερικές έχουν ορμές που δυσκολεύονται να ελέγξουν κι απελευθερώνουν με το ποτό".
(Αρχίζεις να ψηλαφίζεις το κορμί της κοπέλας που χορεύεις. Εκείνη παίρνει το κεφάλι σου στα χέρια της και σε φιλάει).









'

Friday, January 27, 2017

34. Μεταφορικά μέσα και πορτοφόλια


Όταν είσαι πολύ φτωχός εδώ, χρησιμοποιείς συνήθως για να μετακινείσαι πλοιάρια, απο αυτά που τιγκάρουν με κόσμο και που διασχίζουν το ποτάμι, με το βρώμικο νερό καμμιά φορά να σε πιτσιλάει στο πρόσωπο. Επίσης παίρνεις λεωφορεία, στα οποία επίσης επικρατεί συνωστισμός, κυρίως τα μη κλιματιζόμενα που κοστίζουν λιγότερο.
Αν τα πηγαίνεις λίγο καλύτερα οικονομικά, περιορίζεις τα πλοιάρια και χρησιμοποιείς πέραν των λεωφορείων, που και που, υπέργειο ή υπόγειο σιδηρόδρομο, που ναι μέσα καλά κλιματιζόμενα και σε άριστη κατάσταση. Σε κάποιες περιπτώσεις παίρνεις και ταξί μιας και δεν είναι και τόσο ακριβό.
Αν έχεις μια ακόμα καλύτερη δουλειά κόβεις εντελώς τις βαρκάδες και είτε χρησιμοποιείς τα υπόλοιπα μέσα είτε αγοράζεις κάνα μεταχειρισμένο μηχανάκι.
Με λίγο καλύτερο μηνιάτικο αγοράζεις ενδεχομένως καινούριο μηχανάκι ή κάποιο μεταχειρισμένο αυτοκίνητο.
Αν τώρα έχεις μια αξιοσέβαστη δουλειά, κόβεις σιγά σιγά τα λεωφορεία και μετακινείσαι μόνο με το καινούριο αυτοκινητό σου που πληρώνειςμε δόσεις ή με υπέργειο ,υπόγειο σιδηρόδρομο και ταξί σε περιπτώσεις που πχ έχεις μεθύσει και δεν θες να οδηγήσεις.
Αν πάλι ανήκεις στη μεσαία τάξη, σιγά σιγά, κόβεις εντελώς κάθε δημόσια συγκοινωνία και μετακινείσαι με το καλό αυτοκινητό σου και μόνο ή με ταξί που κλείνεις με μια απλικέισον του κινητού σου και δεν χρειάζεται καν να σταματήσεις στο δρόμο.
Αν είσαι πλούσιος μόνο φρίκη σου προκαλεί η ιδέα να πατήσεις το πόδι σου σε πλοιάρια, λεωφορεία κλπ στα οποία ενδεχομένως να μην έχεις μπεί ποτέ στη ζωή σου. Χρησιμοποιείς απλά το πανάκριβο αμάξι σου κι έχεις καταργήσει ακόμα και τα ταξί. Αν βγείς και μεθύσεις κάποιος φίλος ανάλογης οικονομικής επιφάνειας θα οδηγήσει για σένα ή ποιός νοιάζεται; θα οδηγήσεις μεθυσμένος.
Αν είσαι πολύ πλούσιος, πέρα απο το σπόρ αμάξι που έχεις και οδηγείς, διαθέτεις και προσωπικό σωφέρ για όταν θα χρειαστεί.

Thursday, January 26, 2017

33. Πικρό ψωμί: ένα ακόμα μελόδραμα


Διάβαζα μια σελίδα στο ιντερνέτ όπου σεξοτουρίστες διηγούνταν τις εμπειρίες τους εδώ. Τύπος που καλά καλά δεν είχε γυρίσει απο ταξίδι σε φτωχή γειτονική χώρα, με τις βαλίτσες ακόμα στα χέρια, περιέγραφε πώς, στην περιοχή της Τσάινατάουν, του πάσαραν δυο μάλλον ανήλικες κοπελίτσες που, για ένα ευτελές ποσό, κουβάλησε στο δωματιό του. Οι μικρές, προφανώς με το ζόρι εκδιδόμενες και μετανάστριες, έτυχε να είναι απο το μέρος απο το οποίο εκείνος μόλις είχε επιστρέψει και καθώς αυτός γδυνόταν μύρισαν, αναγνώρισαν τη σκόνη στα ρούχα και στο σώμα του, τις λάσπες στα παπούτσια του, και ταυτόχρονα αναφώνησαν με νοσταλγία το όνομα της πατρίδας τους.
Κι έπειτα σκέφτηκα τις εργάτριες απο άλλη υπανάπτυκτη γειτονική χώρα. Συχνά παιδιά, τις μεταφέρουν απ' τα σύνορα σε φορτηγά και τις στριμώχνουν σε μικρά δωματιάκια και άσχημα εργοστάσια, όπου δουλεύουν, κακοπληρωμένες, νύχτα και μέρα, συχνά χωρίς χαρτιά, με τα αφεντικά και την αστυνομία να τις κακομεταχειρίζονται και να τις φοβερίζουν.
Κι είναι κι εκείνοι οι πρόσφυγες. Δουλέμποροι τους φέρνουν εδώ, υποσχόμενοι ένα καλύτερο μέλλον κι έπειτα τους παραδίδουν σε ψαράδικα όπου δουλεύουν ανελέητα, για λίγο φαί και λίγο ύπνο, κι είναι πια σκλάβοι και δεν μπορούν να φύγουν, και κάνουν χρόνια να πατήσουν ξηρά κι αν κάποιος απ' αυτούς πάει να αντισταθεί ή να δραπετεύσει συχνά τον σκοτώνουν και ρίχνουν το κουφάρι του στη θάλασσα.
Κι είναι κι αυτοί οι νεαροί άντρες απο την Αφρική, που οι ντόπιοι τους αποφεύγουν και τους θεωρούν βρώμικους, και που κάποιοι τους έφεραν εδώ υποσχόμενοι μια καλή δουλειά και μια ανθρώπινη ζωή αλλά βρέθηκαν να σπρώχνουν ναρκωτικά, ρισκάροντας τη ζωή τους καθημερινά, χωρίς σχεδόν να έχουν δυνατότητα να αρνηθούν, χωρίς να μπορούν να γυρίσουν πίσω. Κάποιοι απ αυτούς πάλι έκαναν την επιλογή συνειδητά, ήξεραν απο πρίν για τι τους προόριζαν και συμφώνησαν με τα συνδικάτα εγκλήματος για τα οποία θα δούλευαν πως, αν ποτέ συλληφθούν και αντιμετωπίσουν πολύχρονη ή ισόβια φυλάκιση, οι οικογενειές τους θα λαμβάνουν ένα μικρό εισόδημα κάθε μήνα εφ όρου ζωής κι έτσι θα νιώθουν πως ακόμη και μέσα απο τη φυλακή τις φροντίζουν.
Μετανάστες και πρόσφυγες. Πίσω απο βαριές πόρτες μασατζίδικων, σιωπηλοί υπηρέτριες υστερικών κυριών και λάγνων συζύγων, δουλεύοντας σε βρώμικες κουζίνες και σε χωράφια χωρίς ανάσα,  υποχείρια σε συμμορίες ζητιάνων. Κακοποιημένοι, περιφρονημένοι και συχνά αόρατοι κι εδώ όπως κι αλλού, κι όμως: ένοχοι για όλα, θύτες αντί για θύματα στο κοινωνικό ασυνείδητο, κανείς δεν νοιάζεται, κανείς δεν λυπάται, και κανείς ποτέ δεν θα πάρει εκδίκηση για αυτούς.

Tuesday, December 27, 2016

32. Χριστούγεννα


Ο φίλος έχει αργήσει.

Στέκομαι δίπλα σ' εκείνο το τεράστιο χριστουγεννιάτικο δέντρο με τ' ασημένια ελάφια στη βάση του, τα δώρα και τα χίλια φωτάκια, μπροστά απο το εμπορικό, και τον περιμένω.
(Είναι όμορφο αλλά δεν ξεχνώ πως εδώ και χρόνια, σ ' αυτόν τον τόπο περισσότερο ίσως απο άλλους, η αγορά έχει φέρει την ομορφιά στα μέτρα της: η διακριτική, φυσική εκδοχή της εξορίστηκε απο τα αστικά περιβάλλοντα ή απαξιώθηκε και οι νέες γενιές έμαθαν να την αναγνωρίζουν μόνο σε επιβλητικές ανθρώπινες κατασκευές).
Κάθε λίγο και λιγάκι τουρίστες αλλά και ντόπιοι σταματάνε να φωτογραφηθούν με φόντο τη γιορταστική αυτή φαντασμαγορία: στα πρόσωπά τους πλατιά χαμόγελα, στα μάτια τους λάμψη πιο δυνατή κι απ' αυτήν του φωτισμένου ελάτου.
(Συνειδητοποιώ πως σε μια ζωή αβεβαιότητας και απογοητεύσεων, αφού πρώτα όρισε περιοριστικα τις έννοιες, η αγορά είναι η μόνη που υπόσχεται ομορφιά κι ευτυχία, με πειστικό τρόπο, ανανεώνοντας αδιάκοπα την εμπιστοσύνη του κοινού προς εκείνη. Κάθε χρόνο τα χριστουγεννιάτικα δέντρα είναι πιο ψηλά και φωτεινά, τα μοντέλα κινητών και τα ηλεκτρονικά πιο προηγμένα, τα ρούχα πιο εντυπωσιακά).
Λίγο πιο πέρα μια εξέδρα, διακοσμημένη με κάτι περίεργα σχήματα σαν μαιάνδρους, που αναβοσβήνουν και κάθε λίγα δευτερόλεπτα αλλάζουνε χρώμα. Απο πράσινο σε μωβ, απο μωβ σε βαθύ μπλέ και πορτοκαλί. Για κάποιο λόγο δεν μπορείς να πάρεις τα μάτια σου απο τα σχήματα, που έχουν την καθηλωτική ισχύ ομόκεντρων κύκλων, και την εναλλαγή των χρωμάτων. Δεν έχει νόημα αυτό που βλέπεις, όπως δεν έχει νόημα κι όλος ο εορτασμός εδώ μιας και δεν απευθύνεται σε χριστιανούς, είναι όμως όμορφο και νιώθεις πολύ ευχάριστα.
(Συχνά νεαροί περιμένουν με τις ώρες σε ουρές για τα εγκαίνια μιας καινούριας αλυσίδας γλυκών, ξοδεύουν τρελά λεφτά για να πάρουνε πρώτοι κάποιο καινούριο τηλέφωνο, αγοράζουν χωρίς δισταγμό τα πανάκριβα παπούτσια διάσημης μάρκας που βγήκαν σε περιορισμένο αριθμό, ανανεώνοντας τη σχέση εμπιστοσύνης τους προς την αγορά. Σποραδικές υποκειμενικές διαψεύσεις είναι πολύ τραυματικές, τα γλυκά δεν άρεσαν, το κινητό παρουσιάζει προβλήματα, τα παπούτσια δεν είναι άνετα, αλλά δεν αλλάζουν τη γενική εικόνα).
Δύο ερωτευμένοι ντόπιοι , ένα ζευγάρι μεσήλικων Κινέζων τουριστών, μια οικογένεια Ινδών, με τον πατέρα να αγκαλιάζει απ τον ώμο, ποζάροντας, την έφηβη κόρη του, έρχονται με τη σειρά τους να φωτογραφηθούν μπροστά απο το υπέρλαμπρο δέντρο.
Στην εκφρασή τους καθρεφτίζεται η χαρά και η αισιοδοξία πως ο καταναλωτικός παράδεισος θα τους ανήκει για μια αιωνιότητα.
(Το χρήμα είναι ο μόνος διαμεσολαβητής. Σκληρός αλλά αν το βρείς ξέρεις πως η αγορά θα τηρήσει όλες τις υποσχέσεις της και τίποτε δεν μπορεί να πάει λάθος).

Επιτέλους ο φίλος μου έρχεται.
Είναι η ώρα μας για μια φωτογραφία.




Tuesday, November 15, 2016

31. Ο κινέζικος ναός


Είναι ένας κινέζικος ναός, κάπου δίπλα στο ποτάμι.
Μπήκα μια μέρα μέσα, τίποτε ιδιαίτερο, κόκκινο παντού, οι ίδιοι γνώριμοι θεοί με τα άσπρα κολιέ στο λαιμό, τα κεριά, οι βωμοί με τις προσφορές, οι δράκοι που ξετυλίγονται στους στύλους και τις οροφές.
Ήταν όμως κι ένας φροντιστής εκεί, γέρος πολύ και σκυφτός, που μόλις με είδε απο μακρυά τα μάτια του έλαμψαν απο ενθουσιασμό κι έπιασε να έρχεται προς το μέρος μου κάνοντας έντονες χειρονομίες και ξεφωνίζοντας: 'περάστε, περάστε κύριε!' Με πήρε κι άρχισε να με τραβάει απο δω κι απο κεί δείχνοντάς μου ένα ένα τα αγάλματα του ναού.' 'Βγάλτε μια φωτογραφία εδώ! Και μία εδώ! Κοιτάξτε κι αυτό!' Η δουλικότητά του μου ήταν φορτική, με ζάλιζε έτσι που σχεδόν χοροπηδούσε τριγύρω μου με ψεύτικο χαμογελό και προσποιητό ενδιαφέρον, μα όταν είπα ευχαριστώ κι έκανα να φύγω εκείνος τινάχτηκε ξαφνικά και μ' έπιασε απο το μπράτσο μ' ένα κοκκαλιάρικο χέρι σαν τανάλια. 'Δωρεά! Πρέπει να κάνετε κάποια δωρεά!' έσκουξε.
Έβαλα όλη μου τη δύναμη για να απεγκλωβιστώ, τα δαχτυλά του μου είχαν αφήσει ένα σημάδι που θα έφευγε μετά απο μια βδομάδα, και τάχυνα το βήμα μου, σχεδόν έτρεξα για λίγο , ενώ τον άκουγα απο πίσω μου λαχανιασμένο να στριγκλίζει: 'Δωρεά! Δωρεά!'
Συνήθως επισκέπτομαι κάθε μέρος δυο και τρείς φορές αλλά, όποτε τα βηματά μου με έφερναν πρός τα κεί, τον θυμόμουν και δεν έμπαινα μέσα. Αποφάσισα να διαβώ το κατώφλι τρία χρόνια μετά.
Το πρώτο που έκανα ήταν να τον ψάξω με το βλέμμα μου αλλά, ευτυχώς, δεν ήταν εκεί.
 Έριξα πάλι μια ματιά στο ναό, Τίποτε δεν είχε αλλάξει, έμοιαζε όμως διαφορετικός χωρίς εκείνον να μπλέκεται στα πόδια μου με τις νευρικές κινήσεις του και τις κραυγές ενθουσιασμού του.
Λες να πέθανε; αναρωτήθηκα και μια απρόσμενη παγωνιά σαν να εισχώρησε ξαφνικά απο τα παράθυρα. Κοίταξα ένα άγαλμα μπροστά μου: στους ώμους του θεού τα κολιέ στέκονταν βαριά, τόσα πολλά που σχεδόν του κάλυπταν το μισό πρόσωπο.
Ο ναός μου φαίνονταν τώρα άσχημος και βουβός. Οι θεοί του βλοσυροί.
Πού είναι ο γεράκος που ήταν κάποτε εδώ; ρώτησα μια μεσήλικη καθαρίστρια που μάζευε κάτι φύλλα στην αυλή μ ενα φαράσι, μα εκείνη δεν είχε ιδέα , δεν τον γνώριζε καν. Ο γέρος είχε χαθεί μες τη λήθη, χωρίς να αφήσει κανένα ίχνος.
Βγήκα απο το προαύλιο, προσπερνώντας σκυλιά που ξαπλώναν, παιδάκια που παίζαν και μια άλλη γυναίκα που απλωνε λουρίδες κρέατος σ' ενα τραπέζι, να ξεραθούν κάτω απο τον ήλιο.
Έφτασα μέχρι το ποτάμι κι ανόρεκτα άρχισα να περπατάω τις όχθες του. Το ρεύμα του δυνατό, μετέφερε σκουπίδια, πεθαμένα νούφαρα και κλαδιά. Το βρώμικο νερό άστραφτε κάτω απο το δυνατό φως.
Ο σκηνοθέτης μέσα μου έβγαλε απο την τσέπη μου ένα χαρτονόμισμα και το άφησε στο ποτάμι, να φύγει μακρυά.
'Θέλω να κάνω μία δωρεά'




Tuesday, July 12, 2016

30. Αόρατος


Τρείς το πρωί.
 Χαλάρωνα στη θέση του συνοδηγού ,απορροφημένος στις σκέψεις μου, όταν ξαφνικά ο ταξιτζής έβγαλε ενα πνιχτό επιφώνημα τρόμου. Το ταξί ,που ήταν έτοιμο να περάσει τις ερημικές σιδηροδρομικές γραμμές, εγκλωβίστηκε : ένα μπουλούκι απο νεαρούς ,που περπατούσαν παράλληλα με τις ράγες, του έκοψε το δρόμο. Μαρμαρωμένοι απομείναμε να τους κοιτάμε μέσα απο το παρμπρίζ να περνάνε, χωρίς να βιάζονται, απο μπροστά μας, κάνοντας τη στιγμή να μοιάζει με αιωνιότητα.
Δεν ξέρω αν ήταν το φεγγάρι ή τα φώτα του ταξί που έπεφταν πάνω τους, όμως βλέπαμε τα πάντα: πολύ νέοι όλοι τους, με σιδερολοστούς οι περισσότεροι στα χέρια, άλλοι με καδρόνια ή σπασμένα μπουκάλια, ντυμένοι με σκισμένα τζήν και φανελάκια, με τις φράτζες να πέφτουν μέσα στα μάτια τους και το βλέμμα καρφωμένο στο έδαφος.
Έλεγα πως απο στιγμή σε στιγμή θα περικυκλώσουν το αμάξι μας και θα αρχίσουν να το κοπανάνε με τους λοστούς όλοι μαζί , μέχρι να μας τραβήξουν έξω απο τα μισοδιαλυμένα παράθυρα και να μας σακατέψουν στο ξύλο, αφου μας γδύσουν απ ο,τι πολύτιμο κουβαλούσαμε πάνω μας.
Εκείνοι όμως δεν μας έδιναν καμμία σημασία, αμίλητοι και σοβαροί ,συνέχιζαν με σταθερό βήμα την πορεία προς την 'δουλειά' τους, και μιας και εμείς δεν είμασταν μέρος αυτής δεν τους ενδιαφέραμε διόλου.
Χρόνια πέρασαν απο τότε και ζώντας εδώ κατάλαβα πως ,αν είχαμε κάποια αλληλεπίδραση εκείνη τη νύχτα, πιο πιθανό θα ήταν να μας ζητούσαν συγνώμη που μας καθυστέρησαν παρά να μας έκαναν οποιοδήποτε κακό.
Είναι τέτοιο το μέρος, βλέπεις, που νιώθεις ελεύθερος: κάνεις ό,τι θέλεις χωρίς αδιάκριτα μάτια και αποδοκιμαστικά βλέμματα να πέφτουνε πάνω σου. Όλοι κοιτάν τις ασχολίες τους.
Είναι τέτοιο το μέρος που νιώθεις αόρατος: αδιάφορος και ασήμαντος, σχεδόν άυλος, τόσο που νομίζεις πως, αν δεν παραμερίσεις στο δρόμο πρώτος, οι περαστικοί θα περάσουν απο μέσα σου.
Είναι τέτοιο το μέρος που ούτε καν ο πόνος του διπλανού δεν συγκινεί: κανείς δεν θέλει να ανακατεύεται με κάτι που δεν είναι χρέος και δουλειά του να ανακατευτεί.
Κι εκείνοι οι νεαροί σπουδαστές τεχνικών σχολών που χανε κλείσει ραντεβού μες τη νύχτα να αλληλοσκοτωθούν με τους μισητούς σπουδαστές κάποιας άλλης σχολής, ενα είδος συχνής αντιπαλότητας εδω, δεν είχαν καμμία διάθεση να παρεκκλίνουν απο την πορεία τους και να ξοδέψουν χρόνο και ενέργεια κάπου αλλού. Δεν ασχολήθηκαν λοιπόν με μας και το ταξί μας.
Η βία τους δεν ήταν μια τυφλή αυθόρμητη παράλογη βία άγριας χαράς που μπορούσε να απευθυνθεί στον οποιονδήποτε. Ήταν μια υπολογισμένη βία ηθικού κώδικα.
Κι η τρυφερότητα τους. Υπολογισμένη συχνά κι αυτή, μόνο προς εκείνους που ναι κομμάτι του κοινωνικού πλαισίου που τους δόθηκε και που τους ανήκει.
Τις επόμενες μέρες έψαξα τις εφημερίδες: δύο νεκροί, εννιά τραυματίες

Wednesday, July 6, 2016

29. Παχαίνοντας


'Σ αυτήν την χώρα η κυταρρύτιδα είναι άγνωστη!' 'Κοιλιακοί σκληροί σαν πέτρα!'
Εκθειαστικά σχόλια απο τουρίστες και εξπάτ, για τα σώματα των εδω κοριτσιών και αγοριών, που φτάναν στα αυτιά του με μεγάλη συχνότητα κάποτε. Πολλή δουλειά σε χωράφια και εργοστάσια βλέπεις κι ούτε χρόνος να ξαποστάσεις λίγο. Βραστό ρύζι, σούπες, λαχανικά, φρούτα , λίγο κρέας η διατροφή του κόσμου τότε. Πολλοί θα θελαν να πίνουν περισσότερα απο αυτά τα χρωματιστά αναψυκτικά, τους έτρεχαν τα σάλια με το δυτικό φαγητό αλλά δεν είχαν την πολυτέλεια να τρώνε τέτοια συχνά. Σκεφτόταν πως ήταν όντως όμορφα τα σώματα, πολύ υγιεινές οι τροφές τους αλλά υπήρχε κι ενα τίμημα που πλήρωναν: μακάρι να ευχαριστιόνταν το φαγητό και το ραχάτι όπως θα ήθελαν κι ας στρογγύλευαν λίγο.
Είκοσι χρόνια μετά, είναι ικανοποιημένος. Οι νέοι άνθρωποι τριγύρω έχουν σαφώς μια πιο γεμάτη φιγούρα. Τα πόδια των γυναικών δεν μοιάζουν πια με κλαράκια έτοιμα να σπάσουν, οι γοφοί τους έχουν γεμίσει κι ας δυσανασχετούν οι προηγούμενοι θαυμαστές που γκρινιάζουν τώρα πως οι ντόπιες εχουν γεμίσει με σκεμπεδες και λίπη. Η κυταρρίτιδα είναι ενα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σχεδόν όλες πια. Τα αγόρια , πιο εύκολα, κρατάνε ακόμα τη φόρμα τους, αλλά , για να ναι οι κοιλιακοί πέτρα τώρα, πρέπει να ναι σχεδόν παιδιά.
Καθώς περνάνε άλλα δέκα χρόνια βρίσκεται να διδάσκει μια τάξη δημοτικού. Μπαίνοντας στην αίθουσα για πρώτη φορά βλέπει τους μαθητές του, σε μια ηλικία λίγο πρίν την εφηβεία, καθισμένους να τον περιμένουν. Σηκώνονται αμέσως σε τυπική ένδειξη σεβασμού και σχεδόν σοκάρεται. Το ενα τρίτο απο αυτούς είναι βαρύτεροι απο κείνον, παιδιά τεράστια σε μέγεθος, ανοικονόμητες μάζες απο ατσούμπαλο λίπος, μ ενα ασύμμετρο σώμα και κεφάλι που μοιάζει μικροσκοπικό. Θέμα τύχης ;
Τις επόμένες μέρες κοιτάζει κι άλλες τάξεις και παντού επικρατεί μια παρόμοια κατάσταση. Μα πως φτάσαμε ως εδώ , πως και δεν είχε συνειδητοποιήσει το μέγεθος του προβλήματος ;
Ρωτάει τις τάξεις του: 'ποιό φαγητό σας αρέσει περισσότερο ; ' Οι απαντήσεις που παίρνει : τηγανητές πατάτες, πίτσα, μακαρόνια, ΚFC, μπέργκερς .
Σκέφτεται πως υπάρχει ενα τίμημα που αυτά τα παιδιά πληρώνουν. Πληρώνουν για κάθε φορά που κάποτε πείνασαν οι γονείς τους.