Thursday, March 2, 2017

Μία ακόμα παρένθεση.


ΧΟΝΓΚ ΚΟΝΓΚ

Αμέτρητες συνομιλίες, ταυτόχρονα, στις γλώσσες τους, φτάνουν στ' αυτιά σου σαν βουητό.
"- Μα πόσες είναι;"
"- Έχουν άδεια σήμερα!"
Δύσκολα το πιστεύεις. Είναι χιλιάδες. Περπατάς στο πάρκο και βρίσκονται όπου κι αν κοιτάξεις. Γεμίζουν πεζούλια, παγκάκια, πλαστικές καρέκλες. Οι περισσότερες όμως έχουν απλώσει κάτω τραπεζομάντηλα και σεντόνια και τρώνε το κολατσιό τους καθισμένες οκλαδόν στο γρασίδι, απολαμβάνοντας την ελευθερία και την παρέα των φιλενάδων τους.
Σαραντάρες, μικροκαμωμένες, χωρίς μακιγιάζ, με τα μαλλιά πίσω. Φοράνε στην πλειοψηφία τους φτηνά καθημερινα ρούχα.
Καθώς περνάς δίπλα τους σηκώνουν το βλέμμα και σου χαμογελάνε. Φαίνονταν διαθέσιμες.
(Προσέχεις τώρα πως υπάρχουν και νεότερες κοπέλες αναμεσά τους, χαριτωμένες).
"Κάποιες είναι Ινδονήσιες. Οι περισσότερες όμως Φιλιππινέζες. Νταντάδες και οικιακοί βοηθοί. Εσωτερικές σε σπίτια που μπορούν να βγούν έξω μόνο μια φορά τη βδομάδα. Σάββατο ή Κυριακή. Δύσκολη ζωή. Έχουν πολλές απ'αυτές αφήσει πίσω άντρες και παιδιά."
(Ναι, το βλέπεις. Κάποιες βυθίζονται μέσα στις οθόνες του κινητού τους, χαμένες σε video calls. Στα μάτια τους λαχτάρα και νοσταλγία).
"Οι ντόπιοι τις περιφρονούν. Είναι φτωχές, κοντές και γεμάτες για τα γούστα τους. Αλλά κυρίως είναι σκουρόχρωμες. Εδώ οι άντρες θέλουν τις κοπέλες τους κάτασπρες. Είναι λοιπόν μόνες για χρόνια. Μερικές σχεδόν τρελαίνονται στο τέλος. Έλα να σου δείξω"
Μπαίνεις σ' ένα λεωφορείο. Στη διαδρομή κοιτάζεις έξω απο το παράθυρο. Περνώντας απο το κέντρο της πόλης παρατηρείς πως δεν υπάρχει μέρος που οι οικιακοί βοηθοί δεν έχουν καταλάβει. Γεμίζουν μικρές πλατείες, συστάδες πράσινου, βρίσκονται κάτω απο υπόστεγα, σκάλες και υπέργειες διαβάσεις, οπουδήποτε υπάρχουν λίγα εκατοστά ελεύθερου χώρου. Συχνά, σε μικρές ομάδες, κάνουνε αερόμπικ ή χορεύουν όλες μαζί και τραγουδάνε.
'Τιγκάρουν τα καραόκε ρούμς, τα μόλς και τις εκκλησίες τους. Είναι παντού"
Κατεβαίνεις σ' ένα δρόμο γεμάτο με ντίσκο και κλάμπς. Είναι ακόμα μεσημέρι αλλά υπάρχει πολλή κίνηση μιας και πολλές απ' αυτές τις γυναίκες, ντυμένες αυτή τη φορά με πιο χρωματιστά κι αποκαλυπτικά ρούχα, κρατώντας στα χέρια τσάντες, κόπιες κάποιας επώνυμης μάρκας, σουλατσάρουν πιασμένες αγκαζέ χαζεύοντας τριγύρω ή συνωστίζονται σε καφετέριες. Μερικά μέρη είναι τόσο γεμάτα που όλες οι θέσεις είναι κατειλλημένες οπότε κάποιες κοπέλες αναγκάζονται να μένουν όρθιες. Οι άντρες στο δρόμο είναι πολύ λίγοι, κυρίως δυτικοί, και όταν περνάς απο μπροστά τους συγκεντρώνεις πάνω σου δεκάδες ματιές.
(Όλο περιέργεια, περιπαιχτικές, σαν ερωτικό κάλεσμα)
"Τα λεφτά είναι καλά αλλά μερικές δεν αντέχουν την μοναξιά και την κακομεταχείρηση, ξέρεις τώρα πως είναι τα πλούσια αφεντικά, και αυτοκτονούν"
Μπαίνεις τυχαία σ' ένα μικρό κλάμπ κι είναι απρόσμενα γεμάτο. Παίζει δυνατή χορευτική μουσική. Οι άντρες όμως πάλι είναι ελάχιστοι. Καμμιά δεκαριά μεσήλικες που, ευχαριστημένοι, κρατάνε με το ένα χέρι ένα μπουκάλι μπίρας και με το άλλο χαιδεύουν κάποια γυναικεία πόδια. Εκείνες όμως είναι πολλές. Χορεύουν προκλητικά κρατώντας η μία στα χέρια το κορμί της άλλης. Δυο τρείς απ' αυτές έχουν ανέβει πάνω στη μπάρα και χτυπιούνται στον ρυθμό της μουσικής. Η μία, νεαρή με ένα τοσοδούλι μίνι, έχει πετάξει κάτω το εσωρουχό της και, όπως χορεύει εκεί ψηλά, αφήνει να φαίνονται τα πάντα.
"Για χάρη των ξένων οικιακών βοηθών, ντίσκο και κλάμπς στον δρόμο αυτό είναι ανοιχτά για 48 ώρες, απο τα ξημερώματα του Σαββάτου μέχρι αυτά της Δευτέρας. Όσο η νύχτα θα πλησιάζει τόσο τα μαγαζιά θα γεμίζουν ασφυκτικά απο τις πιο αδύναμες συναισθηματικά κοπέλες, απο κέινες που δεν αντέχουνε πια. Κι όσο αυτές θα πίνουν τόσο θα χάνουν τον έλεγχο. Κάθε φορά, βγάζουν τα σπασμένα μιας ολόκληρης εβδομάδας, μιας ολόκληρης ζωής"
Χαμογελάς στην πρώτη που βλέπεις, σου χαμογελάει κι εκείνη. Βάζεις τα χέρια σου στη μέση της, χορεύετε αλλά σύντομα την αφήνεις για μια άλλη ομορφότερη. Αργότερα παρατάς και τη δεύτερη για μια τρίτη, την τρίτη για μια τέταρτη πιο νεαρή και πιο σέξυ.
"Μερικές απ αυτές εκπορνεύονται περιστασιακά για να συμπληρώσουν εισόδημα, άλλες έχουνε συμφωνήσει με το μπάρ να παίρνουν ποσοστά απο τα ποτά που θα τις κεράσουν. Οι περισσότερες όμως, είπαμε, είναι απλά απελπισμένες απο την μοναξιά, χρειάζονται λίγη διασκέδαση, λίγη αντρική προσοχή. Μερικές έχουν ορμές που δυσκολεύονται να ελέγξουν κι απελευθερώνουν με το ποτό".
(Αρχίζεις να ψηλαφίζεις το κορμί της κοπέλας που χορεύεις. Εκείνη παίρνει το κεφάλι σου στα χέρια της και σε φιλάει).









'

Friday, January 27, 2017

34. Μεταφορικά μέσα και πορτοφόλια


Όταν είσαι πολύ φτωχός εδώ, χρησιμοποιείς συνήθως για να μετακινείσαι πλοιάρια, απο αυτά που τιγκάρουν με κόσμο και που διασχίζουν το ποτάμι, με το βρώμικο νερό καμμιά φορά να σε πιτσιλάει στο πρόσωπο. Επίσης παίρνεις λεωφορεία, στα οποία επίσης επικρατεί συνωστισμός, κυρίως τα μη κλιματιζόμενα που κοστίζουν λιγότερο.
Αν τα πηγαίνεις λίγο καλύτερα οικονομικά, περιορίζεις τα πλοιάρια και χρησιμοποιείς πέραν των λεωφορείων, που και που, υπέργειο ή υπόγειο σιδηρόδρομο, που ναι μέσα καλά κλιματιζόμενα και σε άριστη κατάσταση. Σε κάποιες περιπτώσεις παίρνεις και ταξί μιας και δεν είναι και τόσο ακριβό.
Αν έχεις μια ακόμα καλύτερη δουλειά κόβεις εντελώς τις βαρκάδες και είτε χρησιμοποιείς τα υπόλοιπα μέσα είτε αγοράζεις κάνα μεταχειρισμένο μηχανάκι.
Με λίγο καλύτερο μηνιάτικο αγοράζεις ενδεχομένως καινούριο μηχανάκι ή κάποιο μεταχειρισμένο αυτοκίνητο.
Αν τώρα έχεις μια αξιοσέβαστη δουλειά, κόβεις σιγά σιγά τα λεωφορεία και μετακινείσαι μόνο με το καινούριο αυτοκινητό σου που πληρώνειςμε δόσεις ή με υπέργειο ,υπόγειο σιδηρόδρομο και ταξί σε περιπτώσεις που πχ έχεις μεθύσει και δεν θες να οδηγήσεις.
Αν πάλι ανήκεις στη μεσαία τάξη, σιγά σιγά, κόβεις εντελώς κάθε δημόσια συγκοινωνία και μετακινείσαι με το καλό αυτοκινητό σου και μόνο ή με ταξί που κλείνεις με μια απλικέισον του κινητού σου και δεν χρειάζεται καν να σταματήσεις στο δρόμο.
Αν είσαι πλούσιος μόνο φρίκη σου προκαλεί η ιδέα να πατήσεις το πόδι σου σε πλοιάρια, λεωφορεία κλπ στα οποία ενδεχομένως να μην έχεις μπεί ποτέ στη ζωή σου. Χρησιμοποιείς απλά το πανάκριβο αμάξι σου κι έχεις καταργήσει ακόμα και τα ταξί. Αν βγείς και μεθύσεις κάποιος φίλος ανάλογης οικονομικής επιφάνειας θα οδηγήσει για σένα ή ποιός νοιάζεται; θα οδηγήσεις μεθυσμένος.
Αν είσαι πολύ πλούσιος, πέρα απο το σπόρ αμάξι που έχεις και οδηγείς, διαθέτεις και προσωπικό σωφέρ για όταν θα χρειαστεί.

Thursday, January 26, 2017

33. Πικρό ψωμί: ένα ακόμα μελόδραμα


Διάβαζα μια σελίδα στο ιντερνέτ όπου σεξοτουρίστες διηγούνταν τις εμπειρίες τους εδώ. Τύπος που καλά καλά δεν είχε γυρίσει απο ταξίδι σε φτωχή γειτονική χώρα, με τις βαλίτσες ακόμα στα χέρια, περιέγραφε πώς, στην περιοχή της Τσάινατάουν, του πάσαραν δυο μάλλον ανήλικες κοπελίτσες που, για ένα ευτελές ποσό, κουβάλησε στο δωματιό του. Οι μικρές, προφανώς με το ζόρι εκδιδόμενες και μετανάστριες, έτυχε να είναι απο το μέρος απο το οποίο εκείνος μόλις είχε επιστρέψει και καθώς αυτός γδυνόταν μύρισαν, αναγνώρισαν τη σκόνη στα ρούχα και στο σώμα του, τις λάσπες στα παπούτσια του, και ταυτόχρονα αναφώνησαν με νοσταλγία το όνομα της πατρίδας τους.
Κι έπειτα σκέφτηκα τις εργάτριες απο άλλη υπανάπτυκτη γειτονική χώρα. Συχνά παιδιά, τις μεταφέρουν απ' τα σύνορα σε φορτηγά και τις στριμώχνουν σε μικρά δωματιάκια και άσχημα εργοστάσια, όπου δουλεύουν, κακοπληρωμένες, νύχτα και μέρα, συχνά χωρίς χαρτιά, με τα αφεντικά και την αστυνομία να τις κακομεταχειρίζονται και να τις φοβερίζουν.
Κι είναι κι εκείνοι οι πρόσφυγες. Δουλέμποροι τους φέρνουν εδώ, υποσχόμενοι ένα καλύτερο μέλλον κι έπειτα τους παραδίδουν σε ψαράδικα όπου δουλεύουν ανελέητα, για λίγο φαί και λίγο ύπνο, κι είναι πια σκλάβοι και δεν μπορούν να φύγουν, και κάνουν χρόνια να πατήσουν ξηρά κι αν κάποιος απ' αυτούς πάει να αντισταθεί ή να δραπετεύσει συχνά τον σκοτώνουν και ρίχνουν το κουφάρι του στη θάλασσα.
Κι είναι κι αυτοί οι νεαροί άντρες απο την Αφρική, που οι ντόπιοι τους αποφεύγουν και τους θεωρούν βρώμικους, και που κάποιοι τους έφεραν εδώ υποσχόμενοι μια καλή δουλειά και μια ανθρώπινη ζωή αλλά βρέθηκαν να σπρώχνουν ναρκωτικά, ρισκάροντας τη ζωή τους καθημερινά, χωρίς σχεδόν να έχουν δυνατότητα να αρνηθούν, χωρίς να μπορούν να γυρίσουν πίσω. Κάποιοι απ αυτούς πάλι έκαναν την επιλογή συνειδητά, ήξεραν απο πρίν για τι τους προόριζαν και συμφώνησαν με τα συνδικάτα εγκλήματος για τα οποία θα δούλευαν πως, αν ποτέ συλληφθούν και αντιμετωπίσουν πολύχρονη ή ισόβια φυλάκιση, οι οικογενειές τους θα λαμβάνουν ένα μικρό εισόδημα κάθε μήνα εφ όρου ζωής κι έτσι θα νιώθουν πως ακόμη και μέσα απο τη φυλακή τις φροντίζουν.
Μετανάστες και πρόσφυγες. Πίσω απο βαριές πόρτες μασατζίδικων, σιωπηλοί υπηρέτριες υστερικών κυριών και λάγνων συζύγων, δουλεύοντας σε βρώμικες κουζίνες και σε χωράφια χωρίς ανάσα,  υποχείρια σε συμμορίες ζητιάνων. Κακοποιημένοι, περιφρονημένοι και συχνά αόρατοι κι εδώ όπως κι αλλού, κι όμως: ένοχοι για όλα, θύτες αντί για θύματα στο κοινωνικό ασυνείδητο, κανείς δεν νοιάζεται, κανείς δεν λυπάται, και κανείς ποτέ δεν θα πάρει εκδίκηση για αυτούς.