Monday, July 27, 2015

22. Ελεγεία για τους χαμένους ήχους


Είναι ενας μικρός δρόμoς , σε μια ασήμαντη γειτονιά, που μ' αρέσει να τον περπατάω τα απογεύματα.
Τόσα πολλά τα τζιτζίκια πάνω στα δέντρα του! Το βουητό τους , κάποτε μια σχεδόν καθημερινή ενόχληση, άρχισε να μου γίνεται σημαντικό όταν έπαψα πια να το συναντώ . Σήμερα είναι τόσο σπάνιο που , κάθε φορά που τρέχω να το βρω , έρχεται στα αυτιά μου όλο και πιο απόκοσμο.
Απο τότε που πρωτοήρθα εδω, σ αυτή την χαώδη ασιατική πρωτεύουσα, πέρασε καιρός. Μιλώντας για ήχους, δεν είναι μόνο τα τζιτζίκια που μου λείπουν.
Που πήγε ο διαπεραστικός θόρυβος απο το νυχτερινό κάλεσμα εκείνης της παράξενης σπιτικής σαύρας ;
Και ο ήχος απο εκείνα τα μεγάλα βατράχια που μοιάζει με μουγκανητό ταύρου ;
Κι ο ήχος απο κείνο το πάντοτε αόρατο τρελο πουλί που πλέον κανείς συναντάει μόνο σε δυο τρία απο τα μεγαλύτερα πάρκα ;
Όσο κι αν ο κόσμος αλλάζει συχνά για το καλύτερο, πόσο δύσκολο το να νιώσεις μια συνέχεια του εαυτού σου και να τον συνδέσεις με τις όποιες αναμνήσεις σου, όταν ο ηχητικός ιστός, ενα πανίσχυρο συγκολητικό υλικό που χωρίς να το συνειδητοποιείς ενοποιεί την πραγματικότητα, μεταβάλλεται τόσο απότομα και βάρβαρα!
Προσπαθώ να ακούσω.
Οι ομιλίες των ανθρώπων είναι πάντοτε εκεί , κάποια μουσική απο ενα ανοιχτό ραδιόφωνο, ο εθνικός ύμνος που ακούγεται απ τα μεγάφωνα κάθε πρωί κι απόγευμα, ο κουδουνιστός ήχος απο τις αυτόματες πόρτες των σούπερ μάρκετ, τα ringtones απο τα κινητά και το κοφτό σφύριγμα που ενημερώνει τις κοπέλες που παίζουν με τα τάμπλετ τους στο δρόμο οτι έχουν ενα καινούριο μήνυμα.
Όλα τα υπόλοιπα όμως είτε σκεπάζονται απο τα θηριώδη μουγκρητά των αυτοκινήτων, είτε έχουν σιωπήσει.
Η βροχή πέφτει όλο και λιγότερο στις λαμαρινένιες σκεπές των φτωχόσπιτων : η φωνή της τώρα πνίγεται συνήθως πάνω στο μπετόν.
Ο ψαλμός των μοναχών δεν φτάνει στ' αυτιά σου όπως παλιά , όταν περνούσες έξω απο την είσοδο κάποιου ναού.
Οι φωνές των παιδιών που παίζουν πώς να ακουστούν σε τόσο θόρυβο καθώς κάθε λογής οχήματα, εκατομμύρια, διασχίζουν τις λεωφόρους  ; Κι έπειτα συνειδητοποιείς πως δεν υπάρχουν καν παιδιά που παίζουνε εξω απο τα σπίτια τους πια.
Ασήμαντο πράγμα θα λεγες τους ήχους!
Δεν υπάρχει όμως πιο κατάλληλος άνθρωπος για να σου διηγηθεί την ιστορία μιας πόλης που αλλάζει μέσα στις δεκαετίες απο έναν τυφλό!
Στέκομαι για λίγο, ανάβω ενα τσιγάρο, και με κλειστά μάτια, ακούω τα τζιτζίκια να οργιάζουν.