Tuesday, July 12, 2016

30. Αόρατος


Τρείς το πρωί.
 Χαλάρωνα στη θέση του συνοδηγού ,απορροφημένος στις σκέψεις μου, όταν ξαφνικά ο ταξιτζής έβγαλε ενα πνιχτό επιφώνημα τρόμου. Το ταξί ,που ήταν έτοιμο να περάσει τις ερημικές σιδηροδρομικές γραμμές, εγκλωβίστηκε : ένα μπουλούκι απο νεαρούς ,που περπατούσαν παράλληλα με τις ράγες, του έκοψε το δρόμο. Μαρμαρωμένοι απομείναμε να τους κοιτάμε μέσα απο το παρμπρίζ να περνάνε, χωρίς να βιάζονται, απο μπροστά μας, κάνοντας τη στιγμή να μοιάζει με αιωνιότητα.
Δεν ξέρω αν ήταν το φεγγάρι ή τα φώτα του ταξί που έπεφταν πάνω τους, όμως βλέπαμε τα πάντα: πολύ νέοι όλοι τους, με σιδερολοστούς οι περισσότεροι στα χέρια, άλλοι με καδρόνια ή σπασμένα μπουκάλια, ντυμένοι με σκισμένα τζήν και φανελάκια, με τις φράτζες να πέφτουν μέσα στα μάτια τους και το βλέμμα καρφωμένο στο έδαφος.
Έλεγα πως απο στιγμή σε στιγμή θα περικυκλώσουν το αμάξι μας και θα αρχίσουν να το κοπανάνε με τους λοστούς όλοι μαζί , μέχρι να μας τραβήξουν έξω απο τα μισοδιαλυμένα παράθυρα και να μας σακατέψουν στο ξύλο, αφου μας γδύσουν απ ο,τι πολύτιμο κουβαλούσαμε πάνω μας.
Εκείνοι όμως δεν μας έδιναν καμμία σημασία, αμίλητοι και σοβαροί ,συνέχιζαν με σταθερό βήμα την πορεία προς την 'δουλειά' τους, και μιας και εμείς δεν είμασταν μέρος αυτής δεν τους ενδιαφέραμε διόλου.
Χρόνια πέρασαν απο τότε και ζώντας εδώ κατάλαβα πως ,αν είχαμε κάποια αλληλεπίδραση εκείνη τη νύχτα, πιο πιθανό θα ήταν να μας ζητούσαν συγνώμη που μας καθυστέρησαν παρά να μας έκαναν οποιοδήποτε κακό.
Είναι τέτοιο το μέρος, βλέπεις, που νιώθεις ελεύθερος: κάνεις ό,τι θέλεις χωρίς αδιάκριτα μάτια και αποδοκιμαστικά βλέμματα να πέφτουνε πάνω σου. Όλοι κοιτάν τις ασχολίες τους.
Είναι τέτοιο το μέρος που νιώθεις αόρατος: αδιάφορος και ασήμαντος, σχεδόν άυλος, τόσο που νομίζεις πως, αν δεν παραμερίσεις στο δρόμο πρώτος, οι περαστικοί θα περάσουν απο μέσα σου.
Είναι τέτοιο το μέρος που ούτε καν ο πόνος του διπλανού δεν συγκινεί: κανείς δεν θέλει να ανακατεύεται με κάτι που δεν είναι χρέος και δουλειά του να ανακατευτεί.
Κι εκείνοι οι νεαροί σπουδαστές τεχνικών σχολών που χανε κλείσει ραντεβού μες τη νύχτα να αλληλοσκοτωθούν με τους μισητούς σπουδαστές κάποιας άλλης σχολής, ενα είδος συχνής αντιπαλότητας εδω, δεν είχαν καμμία διάθεση να παρεκκλίνουν απο την πορεία τους και να ξοδέψουν χρόνο και ενέργεια κάπου αλλού. Δεν ασχολήθηκαν λοιπόν με μας και το ταξί μας.
Η βία τους δεν ήταν μια τυφλή αυθόρμητη παράλογη βία άγριας χαράς που μπορούσε να απευθυνθεί στον οποιονδήποτε. Ήταν μια υπολογισμένη βία ηθικού κώδικα.
Κι η τρυφερότητα τους. Υπολογισμένη συχνά κι αυτή, μόνο προς εκείνους που ναι κομμάτι του κοινωνικού πλαισίου που τους δόθηκε και που τους ανήκει.
Τις επόμενες μέρες έψαξα τις εφημερίδες: δύο νεκροί, εννιά τραυματίες

Wednesday, July 6, 2016

29. Παχαίνοντας


'Σ αυτήν την χώρα η κυταρρύτιδα είναι άγνωστη!' 'Κοιλιακοί σκληροί σαν πέτρα!'
Εκθειαστικά σχόλια απο τουρίστες και εξπάτ, για τα σώματα των εδω κοριτσιών και αγοριών, που φτάναν στα αυτιά του με μεγάλη συχνότητα κάποτε. Πολλή δουλειά σε χωράφια και εργοστάσια βλέπεις κι ούτε χρόνος να ξαποστάσεις λίγο. Βραστό ρύζι, σούπες, λαχανικά, φρούτα , λίγο κρέας η διατροφή του κόσμου τότε. Πολλοί θα θελαν να πίνουν περισσότερα απο αυτά τα χρωματιστά αναψυκτικά, τους έτρεχαν τα σάλια με το δυτικό φαγητό αλλά δεν είχαν την πολυτέλεια να τρώνε τέτοια συχνά. Σκεφτόταν πως ήταν όντως όμορφα τα σώματα, πολύ υγιεινές οι τροφές τους αλλά υπήρχε κι ενα τίμημα που πλήρωναν: μακάρι να ευχαριστιόνταν το φαγητό και το ραχάτι όπως θα ήθελαν κι ας στρογγύλευαν λίγο.
Είκοσι χρόνια μετά, είναι ικανοποιημένος. Οι νέοι άνθρωποι τριγύρω έχουν σαφώς μια πιο γεμάτη φιγούρα. Τα πόδια των γυναικών δεν μοιάζουν πια με κλαράκια έτοιμα να σπάσουν, οι γοφοί τους έχουν γεμίσει κι ας δυσανασχετούν οι προηγούμενοι θαυμαστές που γκρινιάζουν τώρα πως οι ντόπιες εχουν γεμίσει με σκεμπεδες και λίπη. Η κυταρρίτιδα είναι ενα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σχεδόν όλες πια. Τα αγόρια , πιο εύκολα, κρατάνε ακόμα τη φόρμα τους, αλλά , για να ναι οι κοιλιακοί πέτρα τώρα, πρέπει να ναι σχεδόν παιδιά.
Καθώς περνάνε άλλα δέκα χρόνια βρίσκεται να διδάσκει μια τάξη δημοτικού. Μπαίνοντας στην αίθουσα για πρώτη φορά βλέπει τους μαθητές του, σε μια ηλικία λίγο πρίν την εφηβεία, καθισμένους να τον περιμένουν. Σηκώνονται αμέσως σε τυπική ένδειξη σεβασμού και σχεδόν σοκάρεται. Το ενα τρίτο απο αυτούς είναι βαρύτεροι απο κείνον, παιδιά τεράστια σε μέγεθος, ανοικονόμητες μάζες απο ατσούμπαλο λίπος, μ ενα ασύμμετρο σώμα και κεφάλι που μοιάζει μικροσκοπικό. Θέμα τύχης ;
Τις επόμένες μέρες κοιτάζει κι άλλες τάξεις και παντού επικρατεί μια παρόμοια κατάσταση. Μα πως φτάσαμε ως εδώ , πως και δεν είχε συνειδητοποιήσει το μέγεθος του προβλήματος ;
Ρωτάει τις τάξεις του: 'ποιό φαγητό σας αρέσει περισσότερο ; ' Οι απαντήσεις που παίρνει : τηγανητές πατάτες, πίτσα, μακαρόνια, ΚFC, μπέργκερς .
Σκέφτεται πως υπάρχει ενα τίμημα που αυτά τα παιδιά πληρώνουν. Πληρώνουν για κάθε φορά που κάποτε πείνασαν οι γονείς τους.